φιαλοειδές

φιαλοειδές
φιαλοειδής
bowl-shaped
masc/fem voc sg
φιαλοειδής
bowl-shaped
neut nom/voc/acc sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • περιθήκιο — Το φιαλοειδές καρπόσωμα των ασκομυκήτων της ομάδας των πυρηνομυκήτων, που περικλείνει τους ασκούς. Περιθήκιο του είδους ερύσιφος. * * * το, Ν 1. κοίλος, σφαιρικός ή λαγηνοειδής, καρποφόρος τών ασκομυκήτων 2. παχύ επιδερμίδιο που καλύπτει τον… …   Dictionary of Greek

  • ανθοχαρίδα — (anthocharis). Γένος λεπιδοπτέρων εντόμων της οικογένειας των πιεριδών. Ζουν κυρίως στην Ευρώπη και τη βόρεια Αφρική. Τα είδη που ζουν στις εύκρατες περιοχές συνήθως μεταναστεύουν κατά τη διάρκεια του φθινοπώρου. Τα έντομα αυτά έχουν μικρό σώμα… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”